Προκειμένου να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, θα ξεκινήσω δηλώνοντας πως είμαι φανατικά υπέρ του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση. Ελπίζω όμως μέχρι το τέλος του παρόντος να σας έχω πείσει όχι μόνο πως αυτό που συνέβη στην υπόθεση των αφισών στο Μετρό είναι επιεικώς απαράδεκτο, αλλά και γιατί στα πλαίσια της ελευθερίας του λόγου, που αποτελεί το πιο θεμελιώδες δικαίωμα σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, οποιοσδήποτε λόγος, ακόμη και ο πιο απεχθής σε εμάς, είναι θεμιτός.
Ας αρχίσουμε αντικρούοντας τα εύκολα. Το γεγονός πως αποσύρεται μια διαφημιστική καμπάνια, στην οποία έχει δοθεί έγκριση από τον αρμόδιο και ανεξάρτητο φορέα, κατόπιν μιας ad hoc απόφασης ενός Υπουργού πρέπει να χτυπάει πολλά καμπανάκια σε όσους πιστεύουν στους δημοκρατικούς θεσμούς.
Αναφέρεται στην ανακοίνωση πως "το αρμόδιο Υπουργείο και η Κυβέρνηση δεν είχαν την παραμικρή ενημέρωση". Για ποιο λόγο να είχαν ενημέρωση, αφού στην ίδια ανακοίνωση αναφέρεται επίσης πως "ο έλεγχος και η έγκριση του περιεχομένου των διαφημίσεων που αναρτώνται στους χώρους του Μετρό είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της διοίκησης της ΣΤΑΣΥ". Από τη στιγμή που το αρμόδιο τμήμα της ΣΤΑΣΥ ενέκρινε τη συγκεκριμένη καμπάνια, αδυνατώ να κατανοήσω με ποιο δικαίωμα την αποσύρει με μια ανακοίνωσή του το Υπουργείο Μεταφορών. Ας σκεφτούμε αν θέλουμε να ζούμε σε μια χώρα στην οποία οι συμβάσεις λύονται με εντολή Υπουργού. Ο διαφημιστικός χώρος του Μετρό δεν είναι τσιφλίκι του Υπουργείου.
Ταυτόχρονα, η απόσυρση της καμπάνιας στα πλαίσια του σκεπτικού της ανακοίνωσης, ότι "οι καμπάνιες που γίνονται στους δημόσιους χώρους δεν πρέπει να διχάζουν την κοινή γνώμη", θέτει και το ζήτημα της παραβίασης του ισαποστακισμού, εφόσον και προηγούμενες αμφιλεγόμενες καμπάνιες (όπως αυτή του pride ή το "Δες ποιον έφαγες σήμερα" των vegan) εγκρίθηκαν από το ίδιο αρμόδιο τμήμα και ακόμη και μετά από βαριά κριτική στο δημόσιο διάλογο, δεν αποσύρθηκαν.
Το πιο σημαντικό είναι όμως ότι το Υπουργείο, μέσω της ανακοίνωσης, ζητά από τη ΣΤΑΣΥ "να εξηγήσει το σκεπτικό με το οποίο επέτρεψε μια τέτοια καμπάνια". Ζητείται δηλαδή να εξηγήσει η ΣΤΑΣΥ γιατί δεν εγκρίνονται μονάχα οι καμπάνιες με τις οποίες συμφωνούμε. Την απάντηση την έχει δώσει ο Βολταίρος πριν από περίπου 300 χρόνια.
Άρα η κατόπιν εορτής απόσυρση μέσω εντολής Υπουργού ήταν λάθος, γιατί όμως η αρχική ανάρτηση ήταν σωστή, αφού:
Ο λόγος της καμπάνιας αντιτίθεται στο νόμο
Παρανομία αποτελεί η παράβαση του νόμου, όχι ο λόγος έναντι του νόμου. Οι νόμοι δεν είναι θέσφατα, τους κριτικάρουμε και τους αλλάζουμε. Σκεφτείτε αν θα ήσασταν υπέρ ή κατά μιας καμπάνιας που τασσόταν υπέρ της άμβλωσης πριν το 1986 (τη χρονιά που κατοχυρώθηκε νομικά το δικαίωμα της άμβλωσης στις γυναίκες). Σκεφτείτε επίσης τη θέση σας απέναντι σε μια σημερινή καμπάνια που τάσσεται υπέρ του γάμου και της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια. Γίνεται γρήγορα αντιληπτό ότι η κριτική στην ισχύουσα νομοθεσία είναι πολύ θεμιτή.
Η καμπάνια ανοίγει ένα θέμα που έχει κλείσει οριστικά εδώ και 30 χρόνια
Η παραπάνω ανάλυση νομίζω πως απαντά και σ΄ αυτό το επιχείρημα. Είναι απολύτως θεμιτό να συζητείται το οποιοδήποτε θέμα εφόσον υπάρχουν επιχειρήματα. Οι συνθήκες αλλάζουν και μαζί τους—πρέπει να—αλλάζουν και οι νόμοι.
Στη συγκεκριμένη καμπάνια χρησιμοποιήθηκαν ψευδή ή/και αντιεπιστημονικά στοιχεία
Ούτε αυτό έχει σημασία. Η ελευθερία του λόγου προστατεύει οποιονδήποτε λόγο, γι' αυτό και δε λέγεται ελευθερία του αληθούς λόγου. Δεν νοείται δημόσιος διάλογος αν ο λόγος πρέπει πρώτα να καθαριστεί από λανθασμένες ιδέες. Επίσης, οποιαδήποτε πεποίθηση μας πως μια γνώμη είναι λανθασμένη προϋποθέτει την υπόθεσή μας πως η δική μας βεβαιότητα ταυτίζεται με την απόλυτη βεβαιότητα, κάτι για το οποίο δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Ακόμη όμως κι αν μια άποψη είναι λανθασμένη, πρέπει να διακινείται ελεύθερα. Ο Τζον Στιούαρτ Μιλλ έλεγε πως η φίμωση μιας γνώμης βλάπτει περισσότερο τους διαφωνούντες με αυτήν, αφού χάνουν το όφελος "να αποκτήσουν μια σαφέστερη αντίληψη και μια πιο γλαφυρή εντύπωση της αλήθειας που προκύπτει όταν η τελευταία αντιπαραβάλλεται με το σφάλμα." Εγώ, για παράδειγμα, δε θα είχα μάθει πως και τα 4 στοιχεία της καμπάνιας απορρίπτονται από την ιατρική επιστήμη, ότι η άμβλωση όταν γίνεται υπό σωστές συνθήκες είναι εξαιρετικά ασφαλής διαδικασία, και μάλιστα σύμφωνα με τα στατιστικά έχει 14 φορές μικρότερο ποσοστό θνησιμότητας της γυναίκας από ότι η γέννα και διάφορα άλλα που προέκυψαν μέσα από το δημόσιο διάλογο. Αν αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η εξεύρεση της αλήθειας, τότε η διαπάλη των ιδεών είναι πολύ θετική. Ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορεί ο άνθρωπος να προσεγγίσει την ολοκληρωμένη γνώση σε ένα ζήτημα είναι να ακούσει και να μελετήσει όλες τις αντικρουόμενες απόψεις.
Ο λόγος αυτός είναι προκλητικός
Εδώ θα κλέψω λίγο και θα πω ότι ο προκλητικός λόγος είναι ένα στοιχείο που συναντάμε συχνά στην τέχνη. Μ' αυτό δεν εννοώ ότι η διαφήμιση είναι τέχνη (παρότι μπορεί να είναι), αλλά ότι ο προκλητικός λόγος δεν είναι αθέμιτος στα πλαίσια του δημοσίου διαλόγου. Ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες υπερασπιστές της ελευθερίας του λόγου, ο Σταύρος Τσακυράκης, σε μια ομιλία του στην οποία υπερασπιζόταν τη θέση των ύβρεων στο δημόσιο διάλογο, τελείωνε με το εξής απόσπασμα από τον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόυς:
"Φίλησε τα στρογγυλά απαλά κίτρινα μυρωδάτα πεπόνια του κώλου της, σε κάθε στρογγυλό πεπονικό ημισφαίριο, στο απαλό κίτρινο αυλάκι τους, με σκοτεινό, παρατεταμένο πεπονομύριστο ασπασμό.”
Τέλος, πάμε στο πιο δύσκολο.
Ο λόγος αυτός είναι μισαλλόδοξος
Ο μισαλλόδοξος λόγος εκφράζει μίσος απέναντι σε άλλες ομάδες λόγω κάποιων χαρακτηριστικών τους. Μήπως είναι οξύμωρο στα πλαίσια της ελευθερίας του λόγου να προστατέψουμε το λόγο που προσπαθεί να παραβιάσει τη δική μας ελευθερία, εν προκειμένω την ελευθερία των γυναικών να κάνουν ότι θέλουν με το σώμα τους; Η απάντηση είναι πως αν θέλουμε να περιορίσουμε τον μισαλλόδοξο λόγο, αυτό θα το πετύχουμε μέσω της διαπάλης των ιδεών, όχι μέσω της φίμωσης. Το ζητούμενο είναι να πείσουμε τον εκφραστή αυτού του λόγου ότι κάνει λάθος και αυτό σίγουρα δε θα το καταφέρουμε με την καταπίεσή του. Η καταπίεση και η περιφρόνηση των απόψεων μιας μερίδας των πολιτών μέσω της θεσμικής απαγόρευσης του λόγου τους, οδηγεί στην υπόγεια διακίνηση των ιδεών, που είναι πολύ πιο επικίνδυνη. Το μοντέλο δοκιμάστηκε στη Βαϊμάρη με τους αντιρατσιστικούς νόμους και τις διώξεις των χιτλερικών. Αυτό χρησιμοποιήθηκε προπαγανδιστικά από τον ίδιο τον Χίτλερ και περισσότερο βοήθησε, παρά ανέστειλε την άνοδό του στην εξουσία. Ως πιο σύγχρονα παραδείγματα έχουμε και αυτό της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα, αλλά και αυτά των αλλοπρόσαλλων τύπων όπως ο Τραμπ και ο Τζόνσον. Η φίμωση και η περιφρόνηση των ιδεών δεν μπορεί να αποτελέσει λύση.
Από όποια πλευρά κι αν το δούμε, η απόσυρση της διαφημιστικής καμπάνιας από το Μετρό αποτελεί λογοκρισία. Το ερώτημα που τίθεται τελικά είναι αν είμαστε ή όχι Charlie Hebdo, όχι μόνο στα εύκολα, αλλά και στα δύσκολα, όταν διαφωνούμε με το περιεχόμενο του λόγου που λογοκρίνεται.